- Λοβέρδος
- Επώνυμο επιφανούς οικογένειας της Κεφαλονιάς. Αναφέρεται και με το επώνυμο Λογέρδος ή Λουέρδος. Η οικογένεια Λ. εμφανίστηκε στην Κεφαλονιά μετά το 1262 και αναφέρεται στη Χρυσή Βίβλο του νησιού, επειδή τα μέλη της είχαν τον τίτλο του κόμη. Σπουδαιότεροι γόνοι της ήταν οι παρακάτω: 1. Αγαπητός (1710 – 1795). Κληρικός, δάσκαλος και συγγραφέας. Μετά τις φιλοσοφικές του σπουδές στην Πάντοβα της Ιταλίας, όπου έμαθε και τη γαλλική γλώσσα (εκτός από την ιταλική), επέστρεψε στην Ελλάδα και χειροτονήθηκε ιερέας στην Κεφαλονιά. Διετέλεσε αργότερα ιεροκήρυκας στη Βενετία (1763), διορθωτής στο τυπογραφείο του Πάνου Θεοδοσίου και διευθυντής στο Φλαγγιανό Φροντιστήριο (1766), όπου δίδαξε ελληνικά και λατινικά. Επιμελήθηκε τη Χρονικήν Βίβλον, που έχει τη μεταφρασμένη από τον Ιω. Στάμου Βυζαντίδα (Βενετία, 1767), και έγραψε τα βιβλία Μηναίον του Ιουλίου (Βενετία, 1767), Διδασκαλία περί του ιερού θρόνου της Ρώμης, Εκκλησιαστικαί διδαχαί κ.ά. 2. Ευφήμιος ή Ευθύμιος (Ληξούρι 1752 – Κωνσταντινούπολη 1800). Γιατρός και διοικητικός υπάλληλος επί ενετοκρατίας. Σπούδασε αρχικά μαθηματικά στην Πάντοβα και έπειτα ιατρική στην Μπολόνια. Επέστρεψε στην Κεφαλονιά μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του (1789) και το 1791 διορίστηκε διοικητής της Ιθάκης. Η πολιτική του προκάλεσε εσωτερικές ταραχές. Επί γαλλικής κυριαρχίας εξελέγη μέλος της Νομοθετικής Επιτροπής και επί Ρώσων και Τούρκων του ανατέθηκε να διαπραγματευτεί το νέο πολίτευμα της Επτανήσου στην Κωνσταντινούπολη. 3. Κωστής Ιωάννης (Αργοστόλι 1773 – 1842). Ιστοριοδίφης και αρχειοδίφης. Ανέλαβε τη συλλογή και την αντιγραφή των αστικών νόμων. Διετέλεσε γραμματέας των δικαστηρίων και επί γαλλικής κυριαρχίας εκπόνησε Γενικήν περιγραφήν της νήσου για να τη χρησιμοποιήσει η υγειονομική επιτροπή. Την εποχή της ρωσοτουρκικής κατοχής χρημάτισε ταμίας του αρχείου της οικονομίας και την εποχή της αγγλικής προστασίας εξελέγη σύμβουλος. Έγραψε στην ιταλική γλώσσα το έργο Ιστορικό δοκίμιο περί της Κεφαλονιάς, το οποίο μεταφράστηκε από τον Π. Γρατσιάτο και κατάρτισε, τέλος, νέα Χρυσή Βίβλο του νησιού. 4. Νικόλαος (Κεφαλονιά 1773 – Παρίσι 1837). Σπούδασε μαθηματικά και πολιτικές επιστήμες στην Πάντοβα και στο Παρίσι. Επέστρεψε στην Κεφαλονιά την εποχή της γαλλικής κατοχής και εξαιτίας των γαλλόφιλων ιδεών του διορίστηκε γραμματέας της επιτροπής δημόσιας ασφάλειας. Στη συνέχεια, κατατάχθηκε στον γαλλικό στρατό και πολέμησε στην Ιταλία (1796), στη Βαυαρία, στην Αυστρία, στην Πορτογαλία και στο Αλγέρι. Μετά τη συνθήκη του Καμποφόρμιο επέστρεψε στα Επτάνησα, όπου διετέλεσε γενικός γραμματέας της κεντρικής διοίκησης και μέλος της Πατριωτικής Εταιρείας. Μετά τη ρωσοτουρκική κατοχή των Ioνίων νήσων ο Λ., επικεφαλής σώματος, πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις στην Ισπανία και στη Βαυαρία. Στη συνέχεια, οι Γάλλοι ανέθεσαν στον Λ. τη διοργάνωση επαναστατικών κινημάτων στην Ήπειρο, στην Ακαρνανία και στην Πελοπόννησο. Το 1812 προβιβάστηκε σε στρατηγό και του απονεμήθηκε ο τίτλος του βαρόνου και αργότερα του κόμη. Συνέχισε να υπηρετεί τον γαλλικό στρατό και μετά την παλινόρθωση της δυναστείας ορκίστηκε πίστη στον θρόνο του Λουδοβίκου ΙΣΤ’. Όταν επανεμφανίστηκε ο Μέγας Ναπολέων, ο Λ. έμεινε πιστός στον βασιλιά και ανέλαβε να εμποδίσει τη διάβαση του στρατού του Ναπολέοντα από τις Κάτω Άλπεις. Επί Καρόλου Γ’ διετέλεσε μέλος της αναθεωρητικής επιτροπής του στρατιωτικού κώδικα (1828) και, στη συνέχεια του ανατέθηκαν και άλλα αξιώματα. Στον Λ. πρότειναν επίσης να λάβει την αρχηγία του γαλλικού στρατού που θα αναλάμβανε την εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους Αιγυπτίους, αλλά αρνήθηκε. Η τελευταία στρατιωτική αποστολή που ανέλαβε ήταν στο Αλγέρι (1830).
Dictionary of Greek. 2013.